Με το όνομα παπαγάλος είναι γνωστά διάφορα δενδρόβια πουλιά που σχηματίζουν την τάξη των Ψιττακόμορφων (Psittaciformes). Υπάρχουν σήμερα 386 ταξινομημένα είδη παπαγάλων, που ανήκουν σε 88 γένη.[1]
Τα συναντάμε σε όλες τις ηπείρους της γης, εκτός από την Ευρώπη στην οποία δεν υπάρχει κανένα είδος.
Το μήκος των παπαγάλων μαζί με την ουρά τους ποικίλλει από 17 περίπου εκ. μέχρι 1 μέτρο. Ο μεγαλύτερος παπαγάλος είναι ο Υάκυνθος Μακάο. Το ράμφος τους είναι γαμψό. Στα πόδια έχουν τέσσερα δάχτυλα από τα οποία τα δύο είναι στραμμένα προς τα εμπρός
και τα δύο πίσω. Τα φτερά τους έχουν μεγάλο μάκρος στο
άνοιγμα, που τους διευκολύνει στην πτήση και η ουρά τους έχει αρκετό
μήκος. Επειδή η γλώσσα τους είναι χοντρή και σαρκώδης, τους διευκολύνει
στο να αρθρώνουν λέξεις και στο να μαθαίνουν μελωδίες αλλά ακόμη
σημαντικότερο ρόλο παίζουν οι φωνητικές χορδές τους, που είναι παρόμοιες
με αυτές του ανθρώπου.Το φτέρωμά τους είναι κατά κανόνα πολύχρωμο με
λαμπρά και εντυπωσιακά χρώματα. Τα μεγάλα είδη παπαγάλων ζουν ως
και 80-90 χρόνια αλλά και τα μικρότερα έχουν μεγάλο μέσο όρο ζωής
(μερικά ως και 35 χρόνια).
Ζουν ομαδικά, φωλιάζουν σε
κουφάλες και παρουσιάζουν μεγάλη κοινωνικότητα.Οι
παπαγάλοι επιλέγουν το ταίρι τους προσεκτικά και δένονται μαζί του για μια ζωή. Θεωρούνται τα ευφυέστερα πουλιά. Εξυπνότερος όλων είναι ο Γκρίζος Αφρικανός
που είναι και ο πιο γνωστός «ομιλητής». Έρευνες έχουν δείξει ότι δεν
μιμείται απλώς την ανθρώπινη ομιλία αλλά συνδέει λέξεις με έννοιες και
την εξωτερική πραγματικότητα.
Κύκνος
Οι κύκνοι είναι μεγαλόσωμα υδρόβια πτηνά της οικογένειας των Νησσιδών, στην οποία περιλαμβάνονται οι χήνες και οι πάπιες.
Έχουν μακρύ λαιμό, αναλογικά βαρύ σώμα, μεγάλα πόδια, ενώ πετούν με
αργά χτυπήματα τών φτερών και τον λαιμό εκτεταμένο. Ιδιαίτερο
χαρακτηριστικό είναι το μήκος τού λαιμού τους.
Μεταναστεύουν πετώντας σε διαγώνιο σχηματισμό ή σε σχηματισμό V,
πετώντας σε μεγάλο ύψος. Κανένα άλλο υδρόβιο πουλί δεν φτάνει την
ταχύτητα με την οποία κινείται είτε στο νερό είτε σtον αέρα. Τρέφονται με υδρόβια φυτά τσαλαβουτώντας επιφανειακά στα ρηχά νερά, και
όχι με κατάδυση. Είτε κολυμπούν είτε στέκονται, συχνά διπλώνουν το ένα πόδι πίσω στην πλάτη. Το αρσενικό και το θηλυκό έχουν παρόμοια εμφάνιση.
Αντίθετα με ό,τι πιστεύεται, οι κύκνοι παράγουν μια ποικιλία φωνών.
Είναι κοινωνικοί, εκτός από την περίοδο τής αναπαραγωγής. Τότε κάθε
ζευγάρι απομονώνεται στην εδαφική του περιοχή, την οποία υπερασπίζεται
σθεναρά εναντίον των καταπατητών. Οι κύκνοι ζευγαρώνουν με έναν σύντροφο ισόβια.
Η φωλιά, η οποία χτίζεται συνήθως στις όχθες και μερικές φορές
επιπλέει, αποτελείται από έναν σωρό υδρόβιων φυτών, τα οποία συλλέγουν
τόσο το αρσενικό όσο και το θηλυκό. Τρέφονται με σπόρους και ρίζες
φυτών, σκουλήκια και όστρακα.
Το θηλυκό επωάζει κατά μέσον όρο 6 αβγά, ανοιχτόχρωμα και
χωρίς κηλίδες, ενώ το αρσενικό είναι άγρυπνος φύλακας, ενώ σε μερικά
είδη το αρσενικό συμμετέχει και στην επώαση. Σε περίπτωση επίθεσης, αφού
απωθήσουν τον εχθρό, οι κύκνοι παράγουν μια θριαμβευτική κραυγή, όπως
και οι χήνες.
Τα μικρά γεννιούνται με κοντό λαιμό και χνουδωτά, αν και είναι ικανά
να πετούν και να κολυμπούν μόλις μερικές ώρες αφού εκκολαφθούν. Οι
γονείς τα φροντίζουν προσεκτικά για πολλούς μήνες, ενώ σε ορισμένα είδη η
μητέρα τα μεταφέρει στην πλάτη της. Ζουν πιθανόν 20 χρόνια σε φυσική
κατάσταση και μέχρι 50 χρόνια σε κατάσταση αιχμαλωσίας.
Οι άγριοι κύκνοι του Χ.Κ. Άντερσεν
Το ασχημόπαπο του Χ. Κ. Άντερσεν
Η λίμνη των κύκνων σε παραμύθι πλαισιωμένη με την υπέροχη μουσική του Τσαϊκόφσκι σε 4 μέρη
Το καναρίνι
Το καναρίνι είναι ωδικό πτηνό.Τα καναρίνια εισήχθησαν στην Ισπανία τον 15ο αι. μετά την κατάκτηση των Κανάριων Νήσων
από τους Ισπανούς. Τα καναρίνια είναι καθαρά, ήρεμα και δεν χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα·
δεν τους αρέσει όμως να τα αγγίζει κάποιος. Ο μελωδικός και ευχάριστος
ήχος που βγάζουν όταν τραγουδάνε είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους.
Επίσης είναι το πιο ευαίσθητο αλλά και δυνατό σημείο τους αφού αν
αρρωστήσουν σταματούν να κελαηδούν μέχρι την επόμενη άνοιξη. Από τους
πρώτους μήνες της ζωής τους, κυρίως τα αρσενικά, αρχίζουν να κελαηδούν.
Τα καναρίνια έχουν μάθει να ζουν μέσα στο κλουβί και γι' αυτό δεν
φημίζονται ως κοινωνικά πουλιά. Η ζωή τους είναι ευχάριστη μέσα στο
κλουβί.
Το θηλυκό γεννάει 3-5 αυγά, που επωάζει για περίπου 14 μέρες πριν
εκκολαφθούν. Τα νεογνά γεννιούνται χωρίς φτέρωμα και είναι έτοιμα να
αφήσουν τη φωλιά σε 11-17 μέρες. Τα καναρινάκια ανατρέφονται και από
τους δύο γονείς. Μια φορά το χρόνο στο τέλος της περιόδου αναπαραγωγής,
τα καναρίνια αλλάζουν όλο τους το φτέρωμα.
Η κύρια τροφή των καναρινιών είναι μια ποικιλία από ανάμεικτους σπόρους. Όταν ο καιρός είναι κρύος τα καναρίνια πρέπει να μένουν μέσα στο
σπίτι, σε σημείο που δεν υπάρχει ρεύμα αέρα. Το κλουβί πρέπει να είναι
ευρύχωρο, ασφαλές και να έχει πολλά κλαδιά. Τα καναρίνια μπορεί να
ζήσουν αν προσεχθούν από τον ιδιοκτήτη τους ως και 14 χρόνια περίπου.
Νότιο Κασοβάρι (southern cassowary)
Ο Καζουάριος της Αυστραλίας είναι πτηνό της οικογένειας των Καζουαριιδών, που συναντάμε στην ΒΑ. Αυστραλία και στην Νέα Γουινέα.
Ο καζουάριος γενικά, ιδιαίτερα δε ο καζουάριος της Αυστραλίας,κατέχει τους «τίτλους» του μεγαλύτερου δασικού πτηνού στον κόσμο, επίσης του δεύτερου βαρύτερου και του τρίτου υψηλότερου πτηνού στην υφήλιο.
Το πτέρωμα στον κορμό του σώματος είναι μαύρο και στιλπνό.
Η κάσκα έχει μεγάλο ύψος, είναι πλευρικά συμπιεσμένη και με σκούρο καφέ
χρώμα. Τα πλαϊνά του κεφαλιού έχουν
ανοικτό κυανοπράσινο χρώμα, ενώ το εμπρόσθιο μέρος του λαιμού είναι βαθυγάλαζο. Στο ύψος του λάρυγγα εκφύονται δύο μεγάλα λειριά βαθυκόκκινου χρώματος, με ροζέ αποχρώσεις και λίγο μπλε στην βάση τους. Το ράμφος είναι μαύρο, κωνικό και συμπαγές, τα μάτια έχουν μεγάλα
βλέφαρα και η ίριδα είναι από καστανή έως σκούρα κόκκινη.
Μήκος σώματος: 127 έως 170 εκατοστά
Ύψος: 150 έως 180 (-190) εκατοστά
Μήκος λειριών: 17 έως 18 εκατοστά
Μήκος ράμφους: 10 έως 19 εκατοστά
Ύψος κάσκας: 13 έως 17 (-18) εκατοστά
Βάρος: Αρσενικό 29 έως 34 κιλά, θηλυκό 58 έως 85 κιλά
Ερπετά
Κροκόδειλος
Οι Κροκόδειλοιείναι μεγάλα υδρόβια σαρκοβόρα ερπετά που ζουν σε τροπικές περιοχές της Αφρικής, της Ασίας, της Αμερικής και της Αυστραλίας.
Υπάρχουν 14 είδη κροκοδείλων..
Όλοι οι κροκόδειλοι είναι αμφίβιοι και
τείνουν να συγκεντρώνονται σε ενδιαιτήματα γλυκού νερού όπως ποτάμια,
λίμνες, υγρότοπους και μερικές φορές σε υφάλμυρο νερό ακόμα και
θαλασσινό νερό.
Η διάρκεια της ζωής
του κροκόδειλου ποικίλλει ανάλογα με τα είδη. Στην άγρια φύση, τα
μεγάλα είδη κροκοδείλων έχουν την τάση να ζουν περίπου 60 ως 70 έτη, ενώ
τα μικρότερα είδη ζουν από 30 έως 40 έτη κατά μέσο όρο.
Το μέγεθος ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των ειδών .
Ο μικρότερος κροκόδειλος είναι ο νάνος που φτάνει περίπου 1,5 μέτρα σε μήκος και ζυγίζει 18 έως 32 kg.
Ο μεγαλύτερος κροκόδειλος αλμυρού νερού είναι ο κροκόδειλος( Crocodylus porosus ). Αυξάνεται έως και 7 μ. σε μήκος και ζυγίζει μέχρι 1.200 κιλά.
Οι κροκόδειλοι είναι
σαρκοβόρα ζώα. Μπορεί να ειπωθεί πως είναι από τους καλύτερους θηρευτές
της φύσης. Αυτό οφείλεται στα κοφτερά τους δόντια και στην γρήγορη τους
κίνηση. Όταν ένας κροκόδειλος κυνηγήσει μέσα στο νερό την ώρα που θα
επιτεθεί στο ανύποπτο ζώο αυτόματα μια βαλβίδα αποτρέπει την είσοδο
νερού μέσα στο ζώο. Μετά με τα κοφτερά του δόντια ικανά να ξεσκίζουν και
το σκληρότερο δέρμα κατασπαράζουν κυριολεκτικά οποιοδήποτε ζώο. Αυτό το
ζώο μπορεί να είναι βουβάλι της ερήμου. Έχουν απίστευτη δύναμη και αν
ένα θύμα αντισταθεί τότε είναι που εφαρμόζει την τακτική της στροφής του
θανάτου. Δηλαδή γυρίζει μερικές φορές και το θύμα στην προσπάθεια του
να ξεφύγει κομματιάζεται. Μερικές φορές κυνηγούν ομαδικά και δεν
μαλώνουν αν δεν υπάρχει αρκετή τροφή για όλους. Κάποτε κάποια είδη
κινδύνεψαν να εξαφανιστούν από έλλειψη τροφής. Έτσι οι άνθρωποι
προκειμένου να τα σώσουν έφτιαξαν τεχνητά ποτάμια με τρεχούμενα νερά.
Αυτό ευνοεί την ανάπτυξη ψαριών και κυρίως σολομών που κινούνται
αντίθετα στο ρεύμα αποτελώντας άφθονη τροφή για τους κροκόδειλους.
Έχουν ένα σχετικά μεγάλο ρύγχος.Το ρουθούνι, τα μάτια, και τα ανοίγματα του αυτιού τους είναι τα υψηλότερα τμήματα του κεφαλιού που επιτρέπει στους κροκόδειλους να βρίσκονται χαμηλά στο νερό, σχεδόν εντελώς βυθισμένοι και κρυμμένοι από το θήραμα.
Ως πρόσθετη προστασία, ενώ βρίσκεται στο
νερό, τα μάτια τους μπορούν να καλυφθούν με ημιδιαφανείς μεμβράνες, ενώ
τα αυτιά και τα ρουθούνια μπορεί να τα κλείσει με πτυχές του δέρματος
του.
Το σχήμα του σώματος τους επιτρέπει να κολυμπούν γρήγορα,μαζεύει τα πόδια του στο πλάι, ενώ κολυμπά, πράγμα το οποίο τον καθιστά πιο γρήγορο μειώνοντας την αντίσταση του νερού.
Όπως και άλλα ερπετά, οι κροκόδειλοι είναι ψυχρόαιμα. Ρυθμίζουν
τη θερμοκρασία του σώματος, αλλάζοντας την ανάλογα με το περιβάλλον. Αν
χρειαστεί να ζεσταθούν βγαίνουν να απολαύσουν τον ήλιο. Αν χρειαστεί
δροσιά, κινούνται σε σκιά ή μέσα στο νερό
Οι κροκόδειλοι είναι
σαρκοβόρα ζώα. Μπορεί να ειπωθεί πως είναι από τους καλύτερους θηρευτές
της φύσης. Αυτό οφείλεται στα κοφτερά τους δόντια και στην γρήγορη τους
κίνηση. Όταν ένας κροκόδειλος κυνηγήσει μέσα στο νερό την ώρα που θα
επιτεθεί στο ανύποπτο ζώο αυτόματα μια βαλβίδα αποτρέπει την είσοδο
νερού μέσα στο ζώο. Μετά με τα κοφτερά του δόντια ικανά να ξεσκίζουν και
το σκληρότερο δέρμα κατασπαράζουν κυριολεκτικά οποιοδήποτε ζώο. Αυτό το
ζώο μπορεί να είναι βουβάλι της ερήμου. Έχουν απίστευτη δύναμη και αν
ένα θύμα αντισταθεί τότε είναι που εφαρμόζει την τακτική της στροφής του
θανάτου. Δηλαδή γυρίζει μερικές φορές και το θύμα στην προσπάθεια του
να ξεφύγει κομματιάζεται. Μερικές φορές κυνηγούν ομαδικά και δεν
μαλώνουν αν δεν υπάρχει αρκετή τροφή για όλους. Κάποτε κάποια είδη
κινδύνεψαν να εξαφανιστούν από έλλειψη τροφής. Έτσι οι άνθρωποι
προκειμένου να τα σώσουν έφτιαξαν τεχνητά ποτάμια με τρεχούμενα νερά.
Αυτό ευνοεί την ανάπτυξη ψαριών και κυρίως σολομών που κινούνται
αντίθετα στο ρεύμα αποτελώντας άφθονη τροφή για τους κροκόδειλους.
Οι κροκόδειλοι έχουν μεταξύ 60 και 72 δόντια τα οποία χρησιμοποιούν για να σχίσουν τη σάρκα. Δεν μασούν την τροφή τους, αλλά αντ 'αυτού καταπίνουν μεγάλα τμήματα της λείας τους.
Οι Κροκόδειλοι γεννούν αυγά. Περίπου 10 με 60 αυγά σε έναν χρόνο. Η μέση περίοδος επώασης είναι 80 περίπου ημέρες.
Οι κροκόδειλοι είναι
σαρκοβόρα ζώα. Μπορεί να ειπωθεί πως είναι από τους καλύτερους θηρευτές
της φύσης. Αυτό οφείλεται στα κοφτερά τους δόντια και στην γρήγορη τους
κίνηση. Όταν ένας κροκόδειλος κυνηγήσει μέσα στο νερό την ώρα που θα
επιτεθεί στο ανύποπτο ζώο αυτόματα μια βαλβίδα αποτρέπει την είσοδο
νερού μέσα στο ζώο. Μετά με τα κοφτερά του δόντια ικανά να ξεσκίζουν και
το σκληρότερο δέρμα κατασπαράζουν κυριολεκτικά οποιοδήποτε ζώο. Αυτό το
ζώο μπορεί να είναι βουβάλι της ερήμου. Έχουν απίστευτη δύναμη και αν
ένα θύμα αντισταθεί τότε είναι που εφαρμόζει την τακτική της στροφής του
θανάτου. Δηλαδή γυρίζει μερικές φορές και το θύμα στην προσπάθεια του
να ξεφύγει κομματιάζεται. Μερικές φορές κυνηγούν ομαδικά και δεν
μαλώνουν αν δεν υπάρχει αρκετή τροφή για όλους. Κάποτε κάποια είδη
κινδύνεψαν να εξαφανιστούν από έλλειψη τροφής. Έτσι οι άνθρωποι
προκειμένου να τα σώσουν έφτιαξαν τεχνητά ποτάμια με τρεχούμενα νερά.
Αυτό ευνοεί την ανάπτυξη ψαριών και κυρίως σολομών που κινούνται
αντίθετα στο ρεύμα αποτελώντας άφθονη τροφή για τους κροκόδειλους.
Αφού τα μικρά έχουν εκκολαφθεί, η μητέρα τα μεταφέρει στο νερό στο στόμα της
και στη συνέχεια τα προστατεύει το μεγαλύτερο μέρος του πρώτου
έτους της ζωής τους . Αν και ξέρουν πώς να κολυμπήσουν από τη
στιγμή που εκκολάπτονται, μερικές φορές τα μωρά κυκλοφορούν στην
πλάτη της μαμάς.
Ο όρος " κροκοδείλια δάκρυα "
αναφέρεται στο ψεύτικο ανειλικρινές κλάμα. Αυτή η έκφραση έχει επικρατήσει γιατί, οι
κροκόδειλοι μπορούν και παράγουν δάκρυα, αλλά στην πραγματικότητα δεν
κλαίνε.
Χαμαιλέων
Διάφορα είδη του συναντάμε στην Αφρική, τη
Μαδαγασκάρη, τη νότια Ευρώπη, και σε όλη τη νότια Ασία όσο και στην Σρι
Λάνκα. Στην Ελλάδα, ο κοινός
χαμαιλέοντας συναντάται πια μόνο στη Σάμο και στην Μεσσηνία, ενώ
παλιότερα εντοπιζόταν επιπλέον στην Κρήτη και τη Χίο.
Ζει συνήθως κοντά σε υγρότοπους με παραποτάμια βλάστηση, σε ελαιώνες,
αμπελώνες και άλλες καλλιέργειες.
Ο χαμαιλέοντας ζει σε
δενδρώδη βλάστηση και είναι ερπετό που προσαρμόζεται σε ζεστά κλίματα.
Η αγγλική λέξη χαμαιλέοντας είναι απλοποιημένη ορθογραφία της
Λατινικής Chamaeleon, ενός δανεισμού του ελληνικού "χαμαιλέων", μιας
ένωσης του χαμαί "επί του εδάφους" και λέων "λιοντάρι". Η ελληνική λέξη κυριολεκτικά σημαίνει «λιοντάρι του εδάφους».
Ο χαμαιλέοντας έχει την ικανότητα να αλλάζει χρώμα ανάλογα με τον περιβάλλον του
Διαθέτει μακριά ουρά, εξογκωμένα μάτια
κινούμενα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο.Πολλές φορές έχουν στο κεφάλι ή στο πρόσωπο ρινικές
προεξοχές ή κέρατο. Μερικοί χαμαιλέοντες έχουν ένα λοφίο από μικρά
καρφιά που εκτείνονται κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης.
Όλοι οι χαμαιλέοντες είναι κυρίως εντομοφάγοι και τρέφονται με την
μεγάλη τους γλώσσα. Η τεράστια και κολλώδης γλώσσα του τον
βοηθά να πιάνει έντομα. Μένει ακίνητος περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή
για να εκτινάξει τη γλώσσα του, όπου ένα άτυχο έντομο θα κολλήσει πάνω
της. Αν
απειληθεί, μένει ακίνητος για να παραπλανήσει τον εχθρό του. Βρίσκεται
συνήθως πάνω στα δέντρα, έτσι, τις περισσότερες φορές είναι πράσινος.
Δεν χρειάζεται να πίνει νερό γιατί πίνει τους χυμούς από τα έντομα που
τρώει. Πιστεύεται ότι η γλώσσα τους είναι μία και μισή έως δύο φορές το
μήκος του σώματός τους.
Το θηλυκό θα
σκάψει μια τρύπα και θα αφήσει τα
αυγά της. Τα θηλυκά ξεκινούν να γεννούν τα αυγά τους (30-40 κατά μέσο
όρο) το Φθινόπωρο στις αμμώδεις εκτάσεις της περιοχής. Τα αυγά
εκκολάπτονται σε γενικές γραμμές μετά από τέσσερις έως 12 μήνες, και
πάλι ανάλογα με το είδος.