Ετικέτες

Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

 

Κεφάλαιο 4: Κλέφτες και Αρματολοί


(Μετά το 5ο κεφάλαιο θα γράψουμε επαναληπτικό στα κεφάλαια 1-5)

The Benaki Museum)






Παρουσίαση του μαθήματος  από τον Γ. Σουδία
ΠΗΓΗ: https://users.sch.gr/sudiakos


Κλέφτες


ΠΗΓΗ: https://users.sch.gr/gregzer/

Φημισμένοι Αρματολοί

  • Γεώργιος Ανδρίτσος 
  • Γεώργιος Μπότσαρης    (Σούλι)
  • Κατσαντώνης (Ρούμελη)                  
  • Νικοτσαράς (Όλυμπος)
  •  Λάμπρος Τζαβέλλας  (Σούλι)

Ερωτήσεις:
1. Τι ήταν οι κλέφτες; Πώς ήταν η ζωή των κλεφτών και με ποιο τρόπο πολεμούσαν;
2. Σε τι διέφεραν οι κλέφτες από τους αρματολούς;
3. Πώς αντιμετώπιζαν οι Έλληνες αγρότες τους κλέφτες (σύμφωνα με την πηγή 2 στη σελ. 42 του βιβλίου);


«Των Κολοκοτρωναίων» 
 
Λάμπουν τα χιόνια στα βουνά, κι ο ήλιος στα λαγκάδια, 
λάμπουν και τ' αλαφρά σπαθιά των Κολοκοτρωναίων, 
που 'χουν τ' ασήμια τα πολλά, τις ασημένιες πάλλες, 
τις πέντε αράδες τα κουμπιά, τις έξι τα τσαπράζια, 
οπού δεν καταδέχονται την γη να την πατήσουν. 
Καβάλα τρώνε το ψωμί, καβάλα πολεμάνε, 
καβάλα πάν' στην εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε, 
καβάλα παίρν' αντίδερο απ’ του παππά το χέρι. 
Φλουριά ρίχνουν στην Παναγιά, φλουριά ρίχνουν στους άγιους, 
και στον αφέντη τον Χριστό τις ασημένιες πάλλες. 
«Χριστέ μας, 'βλόγα τα σπαθιά, 'βλόγα μας και τα χέρια». 
Κι ο Θοδωράκης μίλησε, κι ο Θοδωράκης λέει: 
«Τούτ' οι χαρές που κάνουμε σε λύπη θα μας βγάλουν.
 Απόψ' είδα στον ύπνο μου, στην υπνοφαντασιά μου, 
θολό ποτάμι πέρναγα και πέρα δεν εβγήκα. 
Ελάτε να σκορπίσουμε, μπουλούκια να γενούμε. 
Σύρε, Γιώργο μ', στον τόπο σου, Νικήτα, στο Λοντάρι, 
εγώ πάω στην Καρύταινα, πάω στους εδικούς μου,
 ν' αφήσω την διαθήκη μου και τις παραγγελιές μου, 
'τι θα περάσω θάλασσα, στην Ζάκυνθο θα πάω».   

 «Της νύχτας οι αρματολοί»  
  
Της νύχτας οι αρματολοί και της αυγής oι κλέφτες 
ολονυχτίς κουρσεύανε και τες αυγές κοιμώνται, 
Κοιμώνται στα δασά κλαριά και στους παχιούς τους ίσκιους. 
Είχαν αρνιά και ψήνανε, κριάρια σουβλισμένα, 
μα είχαν κι ένα γλυκό κρασί, που πίν' ν τα παλικάρια.
 Κι ένας τον άλλο έλεγαν, κι ένας τον άλλον λέει: 
«Καλά τρώμε και πίνουμε και λιανοτραγουδάμε, 
δεν κάνουμε κι ένα καλό, καλό για την ψυχή μας; 
-ο κόσμος φκιάνουν εκκλησιές, φκιάνουν και μοναστήρια. 
Να πάμε να φυλάξουμε στης Τρίχας το γεφύρι 
που θα περάσει ο βόιβοντας με τους αλυσωμένους 
να κόψουμε τους άλυσους να βγουν οι σκλαβωμένοι, 
να βγει της χήρας το παιδί, π' άλλο παιδί δεν έχει, 
π' αυτή το 'χει μονάκριβο στον κόσμο ξακουσμένο. 

«Ένας αϊτός περήφανος» 
  
Ένας αϊτός περήφανος, ένας αϊτός λεβέντης 
από την περηφάνια του κι από τη λεβεντιά του, 
δεν πάει τα κατώμερα να καλοξεχειμάσει, 
μόν’ μένει απάνω στα βουνά, ψηλά στα κορφοβούνια. 
Kι έριξε χιόνια στα βουνά και κρούσταλλα στους κάμπους, 
εμάργωσαν τα νύχια του κι επέσαν τα φτερά του. 
Kι αγνάντιο βγήκε κι έκατσε, σ’ ένα ψηλό λιθάρι, 
και με τον ήλιο μάλωνε και με τον ήλιο λέει: 
«Ήλιε, για δε βαρείς κι εδώ σ’ τούτη την αποσκιούρα, 
να λιώσουνε τα κρούσταλλα, να λιώσουνε τα χιόνια, 
να γίνει μια άνοιξη καλή, να γίνει καλοκαίρι, 
να ζεσταθούν τα νύχια μου, να γιάνουν τα φτερά μου, 
να ’ρθούνε τ’ άλλα τα πουλιά και τ’ άλλα μου τ’ αδέρφια». 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.